Το παράδοξο της προσευχής
- The Greek skeptic
- May 10, 2019
- 4 min read
Είμαι 35 χρονών και τα πρώτα 28 χρόνια της ζωής μου πίστευα ότι ήμουν χριστιανή ορθόδοξη. Ανέκαθεν ήμουν αντιδραστικό πνεύμα και είχα πολλές ενστάσεις για ζητήματα της θρησκείας και της εκκλησίας. Παρόλα αυτά, αποδεχόμουν ή ανεχόμουν πολλά. Σαν χριστιανή, λοιπόν, έκανα την προσευχή μου, ειδικά όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά αλλά και ευχαριστούσα τον θεό όταν γινόταν κάτι καλό.
Τα τελευταία επτά χρόνια όμως, που άρχισα να εξερευνώ άλλες θρησκείες αλλά και το νόημα του να πιστεύεις γενικότερα άρχισα να βλέπω τα πράγματα με μια πιο κριτική ματιά. Ένα από τα θέματα που με προβλημάτισε, λοιπόν, ήταν η προσευχή.
Είναι φοβερό, λοιπόν, το πώς η προσευχή μας δίνει μια ψευδαίσθηση για το ότι έχουμε κάποιον «έλεγχο» του πεπρωμένου και της μοίρας μας. Γιατί όμως πιστεύουμε ότι η προσευχή όντως θα αλλάξει κάτι;
Αρχικά, το να προσεύχεσαι σε κάνει να νιώθεις όμορφα. Κακά τα ψέματα, όταν πιστεύεις ότι έρχεσαι σε άμεση επικοινωνία με την θεία δύναμη στην οποία πιστεύεις, σου δίνει μια εσωτερική δύναμη. Και σαν άσκηση είναι αρκετά ενδιαφέρουσα ακόμα και για τους άθεους. Γιατί η «σωστή» προσευχή ξεκινάει με το να ευχαριστείς τον θεό γι’αυτά που έχεις ήδη. Ακόμα και όταν δεν πιστεύεις, λοιπόν, είναι καλό σαν πνευματική άσκηση γιατί σε βοηθάει να βάλεις τα πράγματα σε μια προοπτική. Μια τέτοια άσκηση μπορεί να βοηθήσει και άτομα με κατάθλιψη ή να μας θυμίσει τους στόχους που έχουμε επιτύχει και να δούμε λίγο πιο καθαρά πώς θα επιτύχουμε τους επόμενους. Επίσης, η προσευχή είναι ένα είδος διαλογισμού και ως διαλογισμός μπορεί να βοηθήσει στο να επικεντρωθείς σε αυτό που κάνεις αυτήν την στιγμή και να απομακρύνεις το άγχος της καθημερινότητας.
Κάτι που με ενοχλεί όμως είναι ότι η προσευχή σε απαλλάσσει, κατά κάποιον τρόπο, από την προσωπική ευθύνη. Αν έχουμε πάρει σαν δεδομένο το «άγνωστοι αι βουλαί του κυρίου» κι ότι αν δεν γίνει αυτό που ζητήσαμε λέμε ότι «ήταν θέλημα θεού να μην γίνει» τότε αυτό μας απαλλάσσει από την ευθύνη. Για παράδειγμα, αν πληγώσω κάποιον και μετά προσευχηθώ να με συγχωρήσει αλλά δεν το κάνει, τότε είναι θέλημα θεού αλλά ο θεός μου εμένα με συγχωρεί επειδή προσευχήθηκα και μετάνιωσα αλλά δεν πάω να ζητήσω συγχώρεση από το άτομο που πλήγωσα. Κι έτσι, ουσιαστικά, εγώ συγχωρώ τον εαυτό μου χωρίς να έχω κάνει κάτι που να φέρει την συγχώρεση του άλλου ατόμου.
Αυτό που θεωρώ χειρότερο από το προηγούμενο παράδειγμα, όμως, είναι ότι η προσευχή δίνει την αίσθηση ότι κάνουμε κάτι χωρίς να έχουμε κάνει τίποτα. Όταν ένας άνθρωπος είναι σε πολύ δύσκολη θέση ή συμβαίνει μια καταστροφή ο κόσμος αρχίζει κατευθείαν να «στέλνει» προσευχές. Όχι, δεν είναι λάθος από την φύση του κάτι τέτοιο. Λάθος είναι όταν πιστεύουμε ότι όντως κάναμε κάτι και συμβάλλαμε ώστε να ορθοποδήσει ή να επανέλθει ένας άνθρωπος ή ένα έθνος. Κάτι που δεν ισχύει. Και είναι λίγο τρομακτικό σαν γεγονός ότι πιστεύουμε πως με τις προσευχές μας μπορούμε να κινητοποιήσουμε το σύμπαν με οποιονδήποτε τρόπο ή να πιστεύουμε ότι έχουμε όντως προσφέρει κάτι σημαντικό.
Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν στην δύναμη της προσευχής. Πιστεύουν πραγματικά ότι κάποια λόγια που θα πουν θα αλλάξουν την πορεία των πραγμάτων, ότι στέλνουν στο σύμπαν κάτι και το σύμπαν ή ο κόσμος θα αλλάξουν με κάποιο τρόπο και ότι αυτά που «έχουν λάβει» δεν θα τα είχαν λάβει αν δεν είχαν προσευχηθεί. Πιστεύουν, δηλαδή, ότι με κάποιο τρόπο εναρμονίζουν το σύμπαν με το θέλω τους. Και αν όντως συνέβαινε κάτι τέτοιο θα ήταν πραγματικά η επιτομή της μη φυσιολογικής λειτουργίας του σύμπαντος.
Ο πιο σημαντικός λόγος που ο κόσμος πιστεύει στην δύναμη της προσευχής όμως έγκειται στην προκατάληψη της επιβεβαίωσης. Δηλαδή: Προσεύχεσαι για κάτι και αυτό πραγματοποιείται άρα η δύναμη της προσευχής είναι πραγματική. Αν όμως ένα ή πολλά πράγματα από αυτά που ζητάς δεν γίνουν, τότε πάμε πίσω στο «άγνωστοι αι βουλαί του κυρίου». Που σημαίνει ότι ο θεός άκουσε την προσευχή αλλά ότι θεώρησε ότι δεν θα έπρεπε ή δεν ήταν η ώρα να την εκπληρώσει. Γιατί θεώρησε ότι δεν θα έπρεπε ή δεν ήταν η ώρα να την εκπληρώσει; «Άγνωστοι αι βουλαί του κυρίου». Κι έτσι ένα μη θρησκευόμενο άτομο μπορεί να έχει ακριβώς την ίδια ζωή με ένα θρησκευόμενο άτομο, μόνο που το θρησκευόμενο άτομο πιστεύει ακράδαντα πως όσα έχει τα έχει επειδή προσευχήθηκε. Αλλά όσον αφορά αυτά που δεν πραγματοποιούνται είτε τα αγνοούν είτε τα αιτιολογούν με το «άγνωστοι αι βουλαί του κυρίου».
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι πραγματικά εκπληκτικός αλλά πάντα και παντού ψάχνει για μοτίβα. Και είναι πολύ εύκολο να πειστεί κάποιος για την ύπαρξη κάποιων μοτίβων. Η προκατάληψη της επιβεβαίωσης λοιπόν παίρνει το μοτίβο που έχουμε πιστέψει ότι υπάρχει (οι προσευχές μου εισακούγονται) και «αγνοεί» τις «διαταραχές» (τις φορές που οι προσευχές μου δεν εισακούστηκαν) και οτιδήποτε μας πει κάποιος άλλος απλά αδυνατούμε να το αποδεχτούμε.
Και παρόλο που, προφανώς, δεν μπορώ να πείσω κανέναν για το αν εισακούγονται οι προσευχές ή όχι, σας αφήνω με το εξής ερώτημα:
Ποια είναι διαφορά ενός σύμπαντος όπου δεν υπάρχει θεός και όλα είναι τυχαία ή/και χαοτικά και ενός σύμπαντος όπου υπάρχει θεός αλλά «άγνωστοι αι βουλαί του κυρίου»;
Comments